Rock και pop μουσική, για πρώτη φορά όμως τόσο ρηχή σε νοήματα και τόσο προβλέψιμη. Παιδιά που, αντί να διαβάζουν ή να παίζουν, βλέπουν virtual. ΜΜΕ πλημμυρισμένα από «φτηνά» προγράμματα που, σε κάποιες περιπτώσεις, ευτελίζουν ακόμη και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Καταναλωτικός παροξυσμός, που έχει αποχαυνώσει τον Έλληνα και σήμερα τον προσελκύει το ασήμαντο και το «ζην», σε καμία περίπτωση όμως το «ευ ζην». Καιροσκοπισμός και συνάμα πολιτική καχεξία. Εκφυλισμός της κριτικής και δημιουργικής σκέψης αλλά και της τέχνης. Ζούμε στο χείλος μιας αβύσσου, στο χείλος μιας πολιτισμικής κρίσης που μονίμως γεννά «θύματα»;
Πόσο επίκαιρη μπορεί να είναι η δήλωση του πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ σε μια χώρα που παράλληλα με την οικονομική, την κοινωνική, την πολιτική κρίση βιώνει βαθιά παρακμή στα γράμματα, τις τέχνες, γενικά στον πολιτισμό; Τι θυμίζει ότι αυτή η χώρα γέννησε σπουδαία πνεύματα, από τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη μέχρι τον Δημήτρη Μητρόπουλο, τον Καραθεοδωρή, τον Παλαμά, τον Σικελιανό, τον Χατζιδάκι;
Αυτή η χώρα κατόρθωσε μεταπολεμικά να ορθοποδήσει και πνευματικά και να κάνει αισθητή την παρουσία της στο διεθνές στερέωμα. Τα Νόμπελ Λογοτεχνίας των Σεφέρη και Ελύτη, η ελληνική μουσική που ταξίδεψε στα πέρατα του κόσμου μέσα από τις μελωδίες του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη, μέσα από τις φωνές της Μαρίας Κάλλας και της Νάνας Μούσχουρη, το μεσογειακό ταμπεραμέντο της Μελίνας Μερκούρη παραμένουν φάροι πνεύματος σε μια εποχή που πλέον κυριαρχεί το fast food και στα πολιτιστικά δρώμενα. Ακόμα και οι σκοτεινές εποχές της επταετίας δεν κατάφεραν να σβήσουν το φως του πολιτισμού και οι Έλληνες που είχαν ξενιτευτεί έδιναν τον παλμό παγκοσμίως.
Σήμερα, δύσκολα θα έλεγε κανείς πως υπάρχει έστω και κάποιου είδους συνέχεια. Αντιθέτως, το μόνο που έχει να επιδείξει είναι η οχλαγωγία, τα χαμηλά ιδανικά –το κυνήγι του κέρδους με οποιοδήποτε κόστος και ο ανεξέλεγκτος ανταγωνισμός σε συνάρτηση με τον υπερκαταναλωτισμό–, οι γρήγορες και πρόσκαιρες επιτυχίες –«σουξεδάκια»– και, το χειρότερο, παντελή απουσία οραμάτων και ελπίδας… Μηχανισμοί μαζικής υποκουλτούρας και παραγωγής εύπεπτων μηνυμάτων έχουν φροντίσει οτιδήποτε ξεχωρίζει να μένει «θαμμένο». Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό το σχέδιο παίζει η τηλεόραση, μη προβάλλοντας ή απαξιώνοντας οτιδήποτε μπαίνει εμπόδιο.
Από τα ιδιωτικά κανάλια παρελαύνουν διάττοντες αστέρες μέσω ριάλιτι ή διαφημίζονται ως «καλλιτέχνες» ηθοποιοί και τραγουδιστές, αναλώσιμα υποπροϊόντα του συστήματος. Η τηλεόραση, ως μέσο ενημέρωσης και πληροφόρησης, έχει μετατραπεί στην κυριολεξία πλέον σε «χαζοκούτι» που «σερβίρει» εικονικά πιάτα και μαγειρεύει ίντριγκες, εκπαιδεύοντας τους Νεοέλληνες σε καθεστώς Big Brother. Και το υπεύθυνο όργανο για την τήρηση της δεοντολογίας και του ενημερωτικού χαρακτήρα των Μέσων, το ΕΣΡ, εξαντλεί την αυστηρότητά του σε κανάλια που θέλουν να ενημερώνουν και όχι να μαγειρεύουν…
Ο γενικός διευθυντής του Πολιτιστικού Ιδρύματος Θεοχαράκη και γνώστης των πολιτισμικών δρώμενων κ. Φώτης Παπαθανασίου δίνει τη δική του διάσταση για το θέμα: «Τα ιδιωτικά ΜΜΕ από την ίδρυσή τους στη χώρα μας προέβαλαν ανεκδιήγητες μετριότητες ως πρότυπα, περιφρονώντας ολοκληρωτικά τους πνευματικούς ανθρώπους. Το διάβασμα, η μόρφωση –δεν μιλώ για πτυχία– έπαψαν επομένως να έλκουν ως αξίες και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Μόνη ελπίδα, η ύπαρξη πολλών νέων ανθρώπων που αναζητούν τη γνώση και τη μόρφωση. Ας ελπίσουμε να αφεθούν ελεύθεροι να τα αποκτήσουν…».
Ποια μάθηση όμως; Η Παιδεία μας χρόνο με το χρόνο ακρωτηριάζεται και συρρικνώνεται, ενώ όσον αφορά στην πολιτισμική παραγωγή περιορίζεται συνήθως σε αναλαμπές του παρελθόντος, δηλαδή σε σπουδαίους δημιουργούς, όπως για παράδειγμα ο Μίκης Θεοδωράκης, που παρά τα 85 του χρόνια κάνει συναυλίες θυμίζοντας σε κάποιους πως ο πολιτισμός δεν περιχαρακώνεται στα τείχη των «σκυλάδικων» ή των ριάλιτι. Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιες εξαιρέσεις που προσπαθούν να κάνουν κάτι πιο αξιοπρεπές, συνήθως όμως συναντούν μεγάλες δυσκολίες, ενώ παράλληλα τυγχάνουν ελάχιστης ή μηδενικής προβολής από τη χοάνη των ΜΜΕ, με αποτέλεσμα πολύ συχνά το έργο τους να μην γίνεται γνωστό και να παραμένει αντικείμενο συζήτησης εντός κεκλεισμένων θυρών.
Η έλλειψη Παιδείας οδηγεί και σε ανυπαρξία πνευματικής άνθησης. Η τάση παρακμής της Παιδείας είναι παγκόσμια. Και τούτο γιατί η κλίμακα αξιών άλλαξε, ιδιαίτερα εδώ και 30 χρόνια, τοποθετώντας την καλλιέργεια ενός ανθρώπου χαμηλότερα από το κέρδος και την καλοπέραση. Όταν στην κορυφή της κλίμακας αξιών βρίσκεται, αντί για τον Θεό, την αρετή, την πατρίδα ή ένα ιδανικό, ο χρυσός, τότε η εξέλιξη αυτή είναι μοιραία. Έτσι, αρχίζοντας από τις ΗΠΑ, η ανθρωπιστική Παιδεία εκτοπίστηκε από τη χρησιμοθηρική, τη... συνδεδεμένη με την αγορά εργασίας. Λες και ο σκοπός των σπουδών είναι μόνο να βρεις δουλειά και όχι να γίνεις άνθρωπος. Η παρακμή στη χώρα μας χρωστά πολλά στην ισοπέδωση του εκπαιδευτικού συστήματος και στην κομματοκρατία σε σχολεία και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Ιδιαίτερα στην κατάργηση της ευγενούς άμιλλας και της επιδίωξης του αριστεύειν. Θα πέσουμε σε ακόμη βαθύτερη παρακμή, αν επιβληθούν περαιτέρω περικοπές σε «ανθρωπιστικά» μαθήματα και συνδέσουμε τη μάθηση με την αγορά εργασίας. Ο «πνευματικός άνθρωπος» παράγεται ως κορυφαίο στοιχείο σε μια θάλασσα καλλιεργημένων ανθρώπων. Όταν η καλλιέργεια δεν είναι πια κοινωνική αξία, τότε και οι πνευματικοί άνθρωποι λιγοστεύουν. Η συνείδηση ενός λαού –αυτό είναι οι πνευματικοί του άνθρωποι– αμβλύνεται και ο λαός ποδηγετείται πιο εύκολα...
Ο φιλόσοφος Ουμπέρτο Έκο έθεσε το εξής ερώτημα: «Αν τύχαινε να ξέρουμε ότι αύριο αυτός ο κόσμος θα καταρρεύσει, τι θα κάναμε; Νομίζω ότι τα πρόσωπα μπορούν να διαιρεθούν σε δύο κατηγορίες: εκείνους που θα έλεγαν: “Τότε, λοιπόν, εγώ αυτοκτονώ, παίρνω τα χάπια μου και πάω να κοιμηθώ”. Και σε εκείνους τους άλλους που θα έλεγαν: “Όχι, γράφω το τελευταίο μου άρθρο, λαξεύω το τελευταίο μου άγαλμα, κάνω την τελευταία πράξη φιλανθρωπίας, επειδή, ποιος ξέρει, ίσως ένας μικρός δορυφόρος κατορθώσει να γλιτώσει και να υπάρχουν ακόμα εκείνο το άρθρο, εκείνο το άγαλμα, η ανάμνηση εκείνης της χειρονομίας και βλέπουμε τι θα συμβεί”».
Υπό το βάρος μιας κοινωνικής, οικονομικής ή πολιτισμικής κρίσης, η τέχνη μπορεί να αρθρώσει λόγο για τον προορισμό και τον προσανατολισμό, μπορεί να προωθήσει την κριτική σκέψη του ανθρώπου. Οι άνθρωποι σε περιόδους κρίσης και κοινωνικής απαξίας αισθάνονται πως μόνο μια «επίθεση» πολιτισμού μπορεί να διασώσει την ψυχή τους. Η τέχνη μπορεί να μιλήσει ελεύθερα με γνησιότητα τη γλώσσα της αλήθειας. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η τέχνη είναι η πραγματική πολιτική, η πραγματική επιστήμη της δημιουργίας. Σφυρηλατεί την κοινωνική συνοχή, ανανεώνει τις παλιές αξίες, χτίζει καινούριες. Δεν κινείται μεταξύ σφύρας και άκμονος, όπως η πραγματική ζωή. Δεν αποτελεί απλό αντίδοτο στην κρίση, αλλά το αντίπαλο δέος της κοινωνίας των αξιών που καταρρέουν και του πεισιθάνατου κλίματος των ημερών μας.
«Ιδού, λοιπόν, γιατί αμφισβητείται ο “πολιτισμός” μας. Με το κυνηγητό των ανέσεων, τη δίψα της πολυτέλειας, την επιδειξιομανία υποδούλωσε τον δημιουργό στα δημιουργήματά του, το πνεύμα στις επινοήσεις και στις κατασκευές του. Έκανε τον άνθρωπο δυστυχή (σωματικά και ψυχικά τσακισμένο, νευρικά εξαντλημένο, πρόωρα γερασμένο – ή ηθικά ανάπηρο, κοινωνικά απόβλητο, αποθηριωμένο) μ’ εκείνα ακριβώς τα μέσα που περίμενε να του αλαφρώσουν το βάρος της ζωής» (απόσπασμα από το δοκίμιο Πολιτισμός υπό αμφισβήτηση).
Δυστυχώς, πιο επίκαιρο από ποτέ δόγμα Κίσινγκερ, το οποίο αποδεικνύει περίτρανα το πώς πλέον ένας απαίδευτος λαός γίνεται βορά και συνθέτει την καλύτερη λεία των συμφερόντων των ισχυρών, που συχνά λειτουργούν εις βάρος των λαών, των συνειδήσεων, της ελευθερίας, της ουσιαστικής εξέλιξης.
Ωστόσο, ο σκηνοθέτης, σεναριογράφος και συγγραφέας, ευρέως γνωστός και για την ποιότητα των έργων του, κ. Γιάννης Κουτσομύτης, δίνει μία νότα αισιοδοξίας, ελπίζοντας πως μέσα από τα συντρίμμια θα αναγεννηθεί και θα αναδυθεί κάτι νέο:
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 11/11/10
http://www.epikaira.gr/epikairo.php?id=2197&category_id=0
Καταναλωτικός παροξυσμός, που έχει αποχαυνώσει τον Έλληνα και σήμερα τον προσελκύει το ασήμαντο και το «ζην», σε καμία περίπτωση όμως το «ευ ζην». Καιροσκοπισμός και συνάμα πολιτική καχεξία. Εκφυλισμός της κριτικής και δημιουργικής σκέψης αλλά και της τέχνης. Ζούμε στο χείλος μιας αβύσσου, στο χείλος μιας πολιτισμικής κρίσης που μονίμως γεννά «θύματα»;
Το 1997, στο περιοδικό Νέμεσις δημοσιεύτηκε μια υποτιθέμενη δήλωση του Χένρι Κίσινγκερ που έκανε το 1994 σε μια συνάντηση υψηλά ιστάμενων σε ένα ξενοδοχείο της Ουάσιγκτον. Η πηγή της ήταν άρθρο της Turkish Daily News. Η διαβόητη δήλωση ήταν:
«Ο λαός των Γκρεκών είναι αναρχικός και δύσκολος να τιθασευτεί. Γι’ αυτό πρέπει να τον χτυπήσουμε βαθιά στις πολιτιστικές του ρίζες. Τότε ίσως αναγκαστεί να συμμορφωθεί. Εννοώ να πλήξουμε τη γλώσσα του, τη θρησκεία του, τα πνευματικά και ιστορικά του αποθέματα, ώστε να εξουδετερώσουμε τη δυνατότητά του να αναπτυχθεί, να...
διακριθεί, να επικρατήσει, ώστε να μην μας παρενοχλεί στα Βαλκάνια, στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, σε όλη αυτή τη νευραλγική περιοχή στρατηγικής σημασίας για μας».
διακριθεί, να επικρατήσει, ώστε να μην μας παρενοχλεί στα Βαλκάνια, στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, σε όλη αυτή τη νευραλγική περιοχή στρατηγικής σημασίας για μας».
Πόσο επίκαιρη μπορεί να είναι η δήλωση του πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ σε μια χώρα που παράλληλα με την οικονομική, την κοινωνική, την πολιτική κρίση βιώνει βαθιά παρακμή στα γράμματα, τις τέχνες, γενικά στον πολιτισμό; Τι θυμίζει ότι αυτή η χώρα γέννησε σπουδαία πνεύματα, από τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη μέχρι τον Δημήτρη Μητρόπουλο, τον Καραθεοδωρή, τον Παλαμά, τον Σικελιανό, τον Χατζιδάκι;
Αυτή η χώρα κατόρθωσε μεταπολεμικά να ορθοποδήσει και πνευματικά και να κάνει αισθητή την παρουσία της στο διεθνές στερέωμα. Τα Νόμπελ Λογοτεχνίας των Σεφέρη και Ελύτη, η ελληνική μουσική που ταξίδεψε στα πέρατα του κόσμου μέσα από τις μελωδίες του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη, μέσα από τις φωνές της Μαρίας Κάλλας και της Νάνας Μούσχουρη, το μεσογειακό ταμπεραμέντο της Μελίνας Μερκούρη παραμένουν φάροι πνεύματος σε μια εποχή που πλέον κυριαρχεί το fast food και στα πολιτιστικά δρώμενα. Ακόμα και οι σκοτεινές εποχές της επταετίας δεν κατάφεραν να σβήσουν το φως του πολιτισμού και οι Έλληνες που είχαν ξενιτευτεί έδιναν τον παλμό παγκοσμίως.
Σήμερα, δύσκολα θα έλεγε κανείς πως υπάρχει έστω και κάποιου είδους συνέχεια. Αντιθέτως, το μόνο που έχει να επιδείξει είναι η οχλαγωγία, τα χαμηλά ιδανικά –το κυνήγι του κέρδους με οποιοδήποτε κόστος και ο ανεξέλεγκτος ανταγωνισμός σε συνάρτηση με τον υπερκαταναλωτισμό–, οι γρήγορες και πρόσκαιρες επιτυχίες –«σουξεδάκια»– και, το χειρότερο, παντελή απουσία οραμάτων και ελπίδας… Μηχανισμοί μαζικής υποκουλτούρας και παραγωγής εύπεπτων μηνυμάτων έχουν φροντίσει οτιδήποτε ξεχωρίζει να μένει «θαμμένο». Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό το σχέδιο παίζει η τηλεόραση, μη προβάλλοντας ή απαξιώνοντας οτιδήποτε μπαίνει εμπόδιο.
«Πολιτιστική ξηρασία δεν υπάρχει. Αντιθέτως, θα έλεγα υπάρχει πλούσιο και σπουδαίο έργο που παράγεται. Το πρόβλημα έγκειται στην προβολή του ή μη. Και βέβαια αντίστοιχη προβολή δεν υπάρχει, υπέρ μιας υπερπληροφόρησης που αφορά στην παραγωγή σκουπιδιών κάθε είδους, που βαφτίζονται “καλλιτεχνικά προϊόντα”. Τα συμφέροντα που εξυπηρετούνται είναι προφανή: Ένας λαός αποκομμένος απ’ τον πολιτισμό του και ταϊσμένος με “υποπροϊόντα τέχνης” εύκολα ελέγχεται. Αρκεί να σκεφτείτε τη διαφορά που θα υπήρχε αν οι πολιτικοί ταγοί αυτού του τόπου, και του κάθε τόπου, είχαν απέναντί τους ανθρώπους με υψηλό δείκτη παιδείας και καλλιέργειας», λέει στα «Επίκαιρα» ο γνωστός τραγουδοποιός Διονύσης Τσακνής.
Από τα ιδιωτικά κανάλια παρελαύνουν διάττοντες αστέρες μέσω ριάλιτι ή διαφημίζονται ως «καλλιτέχνες» ηθοποιοί και τραγουδιστές, αναλώσιμα υποπροϊόντα του συστήματος. Η τηλεόραση, ως μέσο ενημέρωσης και πληροφόρησης, έχει μετατραπεί στην κυριολεξία πλέον σε «χαζοκούτι» που «σερβίρει» εικονικά πιάτα και μαγειρεύει ίντριγκες, εκπαιδεύοντας τους Νεοέλληνες σε καθεστώς Big Brother. Και το υπεύθυνο όργανο για την τήρηση της δεοντολογίας και του ενημερωτικού χαρακτήρα των Μέσων, το ΕΣΡ, εξαντλεί την αυστηρότητά του σε κανάλια που θέλουν να ενημερώνουν και όχι να μαγειρεύουν…
Ο γενικός διευθυντής του Πολιτιστικού Ιδρύματος Θεοχαράκη και γνώστης των πολιτισμικών δρώμενων κ. Φώτης Παπαθανασίου δίνει τη δική του διάσταση για το θέμα: «Τα ιδιωτικά ΜΜΕ από την ίδρυσή τους στη χώρα μας προέβαλαν ανεκδιήγητες μετριότητες ως πρότυπα, περιφρονώντας ολοκληρωτικά τους πνευματικούς ανθρώπους. Το διάβασμα, η μόρφωση –δεν μιλώ για πτυχία– έπαψαν επομένως να έλκουν ως αξίες και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Μόνη ελπίδα, η ύπαρξη πολλών νέων ανθρώπων που αναζητούν τη γνώση και τη μόρφωση. Ας ελπίσουμε να αφεθούν ελεύθεροι να τα αποκτήσουν…».
Όπως είχε πει ο Ευάγγελος Παπανούτσος, «ευτυχέστερη και ηθικότερη θα γίνει η ανθρωπότητα όχι δεσμεύοντας, αλλά αφήνοντας πιο ελεύθερο ακόμη το πνεύμα. Η σωτηρία μας είναι όχι λιγότερη, αλλά περισσότερη, βαθύτερη και πλατύτερη μάθηση».
Ποια μάθηση όμως; Η Παιδεία μας χρόνο με το χρόνο ακρωτηριάζεται και συρρικνώνεται, ενώ όσον αφορά στην πολιτισμική παραγωγή περιορίζεται συνήθως σε αναλαμπές του παρελθόντος, δηλαδή σε σπουδαίους δημιουργούς, όπως για παράδειγμα ο Μίκης Θεοδωράκης, που παρά τα 85 του χρόνια κάνει συναυλίες θυμίζοντας σε κάποιους πως ο πολιτισμός δεν περιχαρακώνεται στα τείχη των «σκυλάδικων» ή των ριάλιτι. Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιες εξαιρέσεις που προσπαθούν να κάνουν κάτι πιο αξιοπρεπές, συνήθως όμως συναντούν μεγάλες δυσκολίες, ενώ παράλληλα τυγχάνουν ελάχιστης ή μηδενικής προβολής από τη χοάνη των ΜΜΕ, με αποτέλεσμα πολύ συχνά το έργο τους να μην γίνεται γνωστό και να παραμένει αντικείμενο συζήτησης εντός κεκλεισμένων θυρών.
Είναι κοινό μυστικό πως η «απανθράκωση» της Παιδείας και του πολιτισμού ενός λαού με μαθηματική ακρίβεια τον οδηγεί στον πνευματικό αποπροσανατολισμό, άρα είναι πολύ εύκολα χειραγωγήσιμος και ελεγχόμενος. Έτσι, πολύ εύκολα μετατρέπεται σε μια μη σκεπτόμενη μάζα, όπου το κάθε πολιτικό σύστημα του περνά οποιαδήποτε μέτρα, ενώ συζητά ακόμη και το ξεπούλημά του όχι μόνο εν αγνοία του, αλλά με την ακούσια, έστω, συγκατάθεσή του. Οι λίγοι και ισχυροί κερδίζουν και ο λαός ψυχορραγεί ανήμπορος να αντιδράσει. Άραγε, εάν οι Έλληνες είχαν την αρχαία παιδεία και τα ΜΜΕ στην πλειοψηφία τους δεν προέβαλλαν τη φτήνια και την εξαθλίωση, θα μπορούσαν αυτή τη στιγμή οι «δυνατοί» να διαπραγματεύονται τη συνεκμετάλλευση του Αιγαίου με τους Τούρκους ή την ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη;
Η έλλειψη Παιδείας οδηγεί και σε ανυπαρξία πνευματικής άνθησης. Η τάση παρακμής της Παιδείας είναι παγκόσμια. Και τούτο γιατί η κλίμακα αξιών άλλαξε, ιδιαίτερα εδώ και 30 χρόνια, τοποθετώντας την καλλιέργεια ενός ανθρώπου χαμηλότερα από το κέρδος και την καλοπέραση. Όταν στην κορυφή της κλίμακας αξιών βρίσκεται, αντί για τον Θεό, την αρετή, την πατρίδα ή ένα ιδανικό, ο χρυσός, τότε η εξέλιξη αυτή είναι μοιραία. Έτσι, αρχίζοντας από τις ΗΠΑ, η ανθρωπιστική Παιδεία εκτοπίστηκε από τη χρησιμοθηρική, τη... συνδεδεμένη με την αγορά εργασίας. Λες και ο σκοπός των σπουδών είναι μόνο να βρεις δουλειά και όχι να γίνεις άνθρωπος. Η παρακμή στη χώρα μας χρωστά πολλά στην ισοπέδωση του εκπαιδευτικού συστήματος και στην κομματοκρατία σε σχολεία και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Ιδιαίτερα στην κατάργηση της ευγενούς άμιλλας και της επιδίωξης του αριστεύειν. Θα πέσουμε σε ακόμη βαθύτερη παρακμή, αν επιβληθούν περαιτέρω περικοπές σε «ανθρωπιστικά» μαθήματα και συνδέσουμε τη μάθηση με την αγορά εργασίας. Ο «πνευματικός άνθρωπος» παράγεται ως κορυφαίο στοιχείο σε μια θάλασσα καλλιεργημένων ανθρώπων. Όταν η καλλιέργεια δεν είναι πια κοινωνική αξία, τότε και οι πνευματικοί άνθρωποι λιγοστεύουν. Η συνείδηση ενός λαού –αυτό είναι οι πνευματικοί του άνθρωποι– αμβλύνεται και ο λαός ποδηγετείται πιο εύκολα...
Ο φιλόσοφος Ουμπέρτο Έκο έθεσε το εξής ερώτημα: «Αν τύχαινε να ξέρουμε ότι αύριο αυτός ο κόσμος θα καταρρεύσει, τι θα κάναμε; Νομίζω ότι τα πρόσωπα μπορούν να διαιρεθούν σε δύο κατηγορίες: εκείνους που θα έλεγαν: “Τότε, λοιπόν, εγώ αυτοκτονώ, παίρνω τα χάπια μου και πάω να κοιμηθώ”. Και σε εκείνους τους άλλους που θα έλεγαν: “Όχι, γράφω το τελευταίο μου άρθρο, λαξεύω το τελευταίο μου άγαλμα, κάνω την τελευταία πράξη φιλανθρωπίας, επειδή, ποιος ξέρει, ίσως ένας μικρός δορυφόρος κατορθώσει να γλιτώσει και να υπάρχουν ακόμα εκείνο το άρθρο, εκείνο το άγαλμα, η ανάμνηση εκείνης της χειρονομίας και βλέπουμε τι θα συμβεί”».
Υπό το βάρος μιας κοινωνικής, οικονομικής ή πολιτισμικής κρίσης, η τέχνη μπορεί να αρθρώσει λόγο για τον προορισμό και τον προσανατολισμό, μπορεί να προωθήσει την κριτική σκέψη του ανθρώπου. Οι άνθρωποι σε περιόδους κρίσης και κοινωνικής απαξίας αισθάνονται πως μόνο μια «επίθεση» πολιτισμού μπορεί να διασώσει την ψυχή τους. Η τέχνη μπορεί να μιλήσει ελεύθερα με γνησιότητα τη γλώσσα της αλήθειας. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η τέχνη είναι η πραγματική πολιτική, η πραγματική επιστήμη της δημιουργίας. Σφυρηλατεί την κοινωνική συνοχή, ανανεώνει τις παλιές αξίες, χτίζει καινούριες. Δεν κινείται μεταξύ σφύρας και άκμονος, όπως η πραγματική ζωή. Δεν αποτελεί απλό αντίδοτο στην κρίση, αλλά το αντίπαλο δέος της κοινωνίας των αξιών που καταρρέουν και του πεισιθάνατου κλίματος των ημερών μας.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα, διαχρονική και συνάμα «καυστική» κρίση για την αποψίλωση ή την «αναπηρία» –πνευματική και συναισθηματική– του σύγχρονου ανθρώπου είναι αυτή του αείμνηστου δοκιμιογράφου και γητευτή του πνεύματος Ευάγγελου Παπανούτσου:
«Ιδού, λοιπόν, γιατί αμφισβητείται ο “πολιτισμός” μας. Με το κυνηγητό των ανέσεων, τη δίψα της πολυτέλειας, την επιδειξιομανία υποδούλωσε τον δημιουργό στα δημιουργήματά του, το πνεύμα στις επινοήσεις και στις κατασκευές του. Έκανε τον άνθρωπο δυστυχή (σωματικά και ψυχικά τσακισμένο, νευρικά εξαντλημένο, πρόωρα γερασμένο – ή ηθικά ανάπηρο, κοινωνικά απόβλητο, αποθηριωμένο) μ’ εκείνα ακριβώς τα μέσα που περίμενε να του αλαφρώσουν το βάρος της ζωής» (απόσπασμα από το δοκίμιο Πολιτισμός υπό αμφισβήτηση).
Δυστυχώς, πιο επίκαιρο από ποτέ δόγμα Κίσινγκερ, το οποίο αποδεικνύει περίτρανα το πώς πλέον ένας απαίδευτος λαός γίνεται βορά και συνθέτει την καλύτερη λεία των συμφερόντων των ισχυρών, που συχνά λειτουργούν εις βάρος των λαών, των συνειδήσεων, της ελευθερίας, της ουσιαστικής εξέλιξης.
Ωστόσο, ο σκηνοθέτης, σεναριογράφος και συγγραφέας, ευρέως γνωστός και για την ποιότητα των έργων του, κ. Γιάννης Κουτσομύτης, δίνει μία νότα αισιοδοξίας, ελπίζοντας πως μέσα από τα συντρίμμια θα αναγεννηθεί και θα αναδυθεί κάτι νέο:
«Η Ελλάδα περνά τη μεγαλύτερη κρίση μετά τον Εμφύλιο. Είναι εθνική κρίση, όχι μόνο οικονομική. Κρίση αξιών, πολιτικής, εθνικής κατεύθυνσης. Αλλά κυρίως κρίση ταυτότητας. Η ελληνική κοινωνία ενστερνίστηκε έναν άκρατο υλιστικό καταναλωτισμό απομακρυνόμενη από τον ίδιο της τον πολιτισμό. Αυτή η κρίση μπορεί να αποτελέσει όμως και την αιτία για ένα Νέο Ελληνικό Πολιτισμό.
Χωρίς δογματισμούς, χωρίς διαχωρισμούς μεταξύ πατριωτών και ευρωπαϊστών, “Βυζαντινών” και “Διαφωτιστών” και άλλα παρόμοια. Η Ελλάδα μπορεί να είναι πολυσυλλεκτική μαζί και ουσιαστικά ελληνική. Ελληνορθόδοξη και δυτικίζουσα. Δεν μπορεί όμως να είναι μισαλλόδοξη και αυτοκαταστροφική. Οι άνθρωποι που συνθέτουν τη νέα ελληνική διανόηση μπορούν να δημιουργήσουν αυτό το ρεύμα, αρκεί να αρθρώσουν ένα μεστό λόγο που να απευθύνεται στην κοινωνία για ένα σύγχρονο ελληνικό όραμα».
Ας ευχηθούμε όλοι μια νέα πνευματική ανατολή, που θα θυμίσει σε όλους μας ότι γεννηθήκαμε στην κοιτίδα του πολιτισμού και ότι μπορούμε ακόμη με περηφάνια να λέμε ότι είμαστε ΕΛΛΗΝΕΣ. Χωρίς δογματισμούς, χωρίς διαχωρισμούς μεταξύ πατριωτών και ευρωπαϊστών, “Βυζαντινών” και “Διαφωτιστών” και άλλα παρόμοια. Η Ελλάδα μπορεί να είναι πολυσυλλεκτική μαζί και ουσιαστικά ελληνική. Ελληνορθόδοξη και δυτικίζουσα. Δεν μπορεί όμως να είναι μισαλλόδοξη και αυτοκαταστροφική. Οι άνθρωποι που συνθέτουν τη νέα ελληνική διανόηση μπορούν να δημιουργήσουν αυτό το ρεύμα, αρκεί να αρθρώσουν ένα μεστό λόγο που να απευθύνεται στην κοινωνία για ένα σύγχρονο ελληνικό όραμα».
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 11/11/10
http://www.epikaira.gr/epikairo.php?id=2197&category_id=0
«Ο άνθρωπος έχει ξεφύγει από το είναι του»
Ο ρόλος της Παιδείας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου